Οι χoροί της Κρήτης


ΣΥΡΤΟΣ Ή ΧΑΝΙΩΤΙΚΟΣ


Η παλαιότερη μορφή του χορού εντοπίζεται στην επαρχία Κισσάμου Χανίων. Ανήκει στην κατηγορία των συρτών χορών. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τις τελευταίες δεκαετίες ακούγεται περισσότερο ως χανιώτικος συρτός. Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες σε κύκλο. Το μουσικό μέτρο του είναι 5/8, τα βήματα του 11 και η λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων. Χορεύεται σε κύκλο. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την οποία κατέγραψε ο Ναύτης στο βιβλίο του Κρητική λύρα, ένας μύθος (Χανιά, 1989), ο χορός διαμορφώθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα στην επαρχία Κισσάμου Χανίων, πιθανόν μετασχηματίζοντας τα βήματα κάποιου παλαιότερου συρτού χορού.
Κατά τη λαϊκή πίστη, η παλαιότερη μελωδία του χανιώτικου, «ο πρώτος», δημιουργήθηκε με βάση δύο μελωδίες που είχαν συνθέσει οι Κρήτες εθελοντές μαχητές της Κωνσταντινούπολης στα 1453, οι οποίοι, ως γνωστόν, ήταν και οι τελευταίοι υπερασπιστές της. Οι μελωδίες αυτές, που όσοι από τους αγωνιστές σώθηκαν επιστρέφοντας τις έφεραν στην Κρήτη, διατηρήθηκαν για δύο αιώνες ως τραγούδια. Σύμφωνα, πάντα, με τη λαϊκή μαρτυρία, η πρώτη οργανική εκτέλεση της μουσικής του χορού αποδίδεται στον Κισσαμίτη βιολάτορα Στέφανο Τριανταφυλλάκη ή Κιώρο (18ο αιώνα) και η πρώτη βηματική απόδοση του από Κισσαμίτες στον οικισμό Πατεριανά του χωριού Λουσακιές.
Ο χανιώτικος έγινε ευρέως γνωστός στην υπόλοιπη Κρήτη την περίοδο του Μεσοπολέμου, αποκτώντας στη συνέχεια παραλλαγές στο ύφος και την έκφραση της μουσικής, του βηματισμού και της φόρμας του. Είναι χορός μοναδικός και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λόγω του ξεχωριστού χορευτικού τρόπου απόδοσης της παλαιότερης μορφής του, που διατηρείται στην επαρχία Κισσάμου, καθώς στον κύκλο του χορού χορεύουν πάντα οι εκάστοτε δύο πρώτοι, ενώ οι υπόλοιποι περπατάνε, αλλά και του πολύ μεγάλου αριθμού συνοδευτικών μελωδιών (μουσικών σκοπών), που οι περισσότερες είναι δημιουργίες σπουδαίων μουσικών του 19ου και του 20ού αιώνα.


ΠΕΝΤΟΖΑΛΙ



Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Στις μέρες μας αποδίδεται από άνδρες και γυναίκες, παλαιότερα όμως χορευόταν μόνον από άνδρες. Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4, τα βήματά του 1ο και η λαβή από τους ώμους με τα χέρια τεντωμένα. Χορεύεται σε κύκλο.
Ο χορός έλαβε τη σημερινή μουσικοχορευτική μορφή και ονομασία του την περίοδο της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη στα 1770-71 (ίσως βέβαια μετασχηματίζοντας έναν παλαιότερο πυρρίχιο ή υπορχηματικό χορό) και αποκτώντας συμβολισμούς στην ονομασία, το βηματισμό και τη μουσική του.
Ονομάστηκε πεντοζάλι, και όχι πεντοζάλης, γιατί συμβολίζει το πέμπτο ζάλο (δηλαδή βήμα), όπως ειπώθηκε η θεωρούμενη πέμπτη κατά σειρά ελπίδα των Κρητικών για απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους και όχι γιατί έχει πέντε βήματα, όπως αβασάνιστα έχουν πει αρκετοί.  Έχει δέκα βήματα, σε ανάμνηση της 10ης Οκτωβρίου του 1769, οπότε λήφθηκε η απόφαση των Σφακιανών για την πραγματοποίηση της επανάστασης, και η μουσική του αποτελείται από δώδεκα πάρτες, δηλαδή δώδεκα μουσικές φράσεις (γυρίσματα ή σκοπούς τις λένε στην Κίσσαμο), προς τιμήν των δώδεκα πρωτεργατών της εξέγερσης. 
O συνθέτης ή διαμορφωτής των 12 μελωδιών που απαρτίζουν το ΓΝΗΣΙΟ πεντοζάλι που πρωτοχορεύτηκε το 1770 στην Ανώπολη Σφακίων είναι ο Στέφανος Τριανταφυλλάκης από τον Γαλουβά,  εξαίσιος βιολιστής που άκμασε από το 1740 έως το 1790. Πρωτόπαιξε τον Κρητικό συρτό στα Πατεριανά Κισάμου το 1750 και συνέθεσε επίσης τον 'Α Λουσακιανό συρτό (άγνωστη μελωδία στις μέρες μας), τον 'Β Λουσακιανό συρτό, τον Μελισσιανό συρτό, τον Τυλιφιανό συρτό και τον Περβολιανό συρτό.
Αξιοσημείωτο είναι ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι κάτοικοι των επαρχιών Κισσάμου και Σελίνου όταν χόρευαν το πεντοζάλι, στο άκουσμα κάθε σκοπού της μουσικής του χορού, φώναζαν το όνομα του καπετάνιου που αντιστοιχούσε ο μουσικός σκοπός, τιμώντας έτσι τη μνήμη του Δασκαλογιάννη των βασικών συνεργατών  του και της εξέγερσής των.
Να τονισθεί ότι τα ονόματα των πρωτεργατών της επανάστασης του Δασκαλογιάννη διατηρήθηκαν στη λαϊκή μνήμη μέσω του πεντοζαλιού, δηλαδή μέσα από το συνδυασμό δύο αλληλένδετων μορφών παράδοσης, της ιστορικής προφορικής και της χορευτικής. Αυτό, όμως, που είναι εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της πολυετούς έρευνας που πραγματοποίησα για τους κρητικούς χορούς εντόπισα σε ένα ιστορικό κείμενο του 1877 τα ονόματα των πρωταγωνιστών της επανάστασης του Δασκαλογιάννη, τα οποία ταυτίζονται απόλυτα (απλώς αναφέρονται με διαφορετική σειρά) με αυτά που διατηρήθηκαν στο «ιστορικό» διαμόρφωσης και την τελετουργία του χορού. Τα στοιχεία αυτά, όπως και πολλά άλλα, πρωτοδημοσιεύτηκαν στο βιβλίο "Οι χοροί της Κρήτης, μύθος,  ιστορία, παράδοση".



ΜΑΛΕΒΙΖΙΩΤΗΣ Ή ΚΑΣΤΡΙΝΟΣ

O Μαλεβιζιώτης ή Καστρινός ένας χορός αλματώδης ο οποίος ολοκληρώνεται σε δεκαέξι βήματα, (οκτώ μπροστά και οκτώ πίσω). Χορεύεται σε ρυθμό με μέτρο 2/4, τη συνοδευτική μουσική παίζουν βιολί ή λύρα με λαγούτο, μαντολίνο ή ασκομαντουρα στα ορεινά. Ο χορός αυτός είναι ενθουσιώδης και δυναμικός. Χορεύεται κυκλικά με τα χέρια πιασμένα από τις παλάμες στο ύψος των ώμων και τους αγκώνες λυγισμένους. Εξελίσσετε με λεβεντιά και ενθουσιασμό και αφήνει τον χορευτή η τη χορεύτρια που σέρνει το χορό να αυτοσχεδιάσει χωρίς να την περιορίζει ιδιαίτερα ο σκοπός.
Σύγχρονοι μελετητές μας λένε ότι ο αλματώδης και θορυβώδης χορός δεν είναι αναγκάστηκα πολεμικός, αλλά έχει δυο εκδοχές. Είτε είναι τελετουργικός όπου με τις αλματώδεις κινήσεις επιδιώκουν να αυξήσουν την παραγωγή και την γονιμότητα των σπαρτών πράγμα που υποστηρίζει και η μαγεία, είτε εξαγνιστικός αφού με τις θορυβώδεις μελωδίες έδιωχναν μακριά τα κακά πνεύματα. Οι Κρήτες είχαν διαφόρων μορφών διασκεδάσεις και χωρίς να διακρίνουν τους χορούς χόρευαν συχνά Είτε αργά και τελετουργικά είτε αλματωδώς και θορυβωδώς.
Στο χορό αυτό ο χορευτής που κρατάει πρώτος έχει τη δυνατότητα αποσπώμενος του κύκλου να κάνει άλματα στριφογυριστά να συνθέσει πολλαπλούς αυτοσχέδιου ενθουσιώδης βηματισμούς και αν είναι καλός γνωστής των Κρητικών χορών να συνθέσει μια δική του χορευτική πράξη. Η γυναίκα στην Κρήτη πιάνει συχνά μπροστά έχοντας και εκείνη τη δυνατότητα με λεπτεπίλεπτους ελαφρά αλματώδης βηματισμούς, με στροφές, να συνδυάσει ποικίλες παραλλαγές βηματισμών ή σε συνδυασμό με το δεύτερο μαζί εκτελούν μια χορευτική πράξη.
Ο Γεώργιος Χατζηδάκις γύρω στο 1909 μας περιγράφει μια χαρακτηριστική φιγούρα του αυτοσχεδιασμού του μπροστινού: "άλλοτε ο οδηγός του χορού αποσπάται του κύκλου και χορεύει μόνος κρούοντας χείρας, άλλοτε πάλιν υψών τους πόδας κτυπά αυτούς με τα χείρας του εν ρυθμό. Οι πλέον ευκίνητοι στηριζόμενοι δια της μία χειρός επί του δευτέρου χορευτού και υψούντες το σώμα επί των ποδών, κάμπτουν τούτο προς τα όπισθεν, μέχρις ότου η κεφαλή αυτών εγγίζει το έδαφος. Ανορθούμενοι δ' έπειτα αποτόμως εξακολουθούν χορεύοντας χωρίς να χάσουν τον ρυθμόν".

 

ΣΟΥΣΤΑ

Είναι χορός του νομού Ρεθύμνου. Ανήκει στην κατηγορία των πηδηχτών χορών. Χορεύεται από ένα ή περισσότερα ζευγάρια (άνδρας με γυναίκα). Το μουσικό μέτρο του είναι 2/4 και τα βήματά του 6. Ξεκινάει σαν κύκλιος χορός. Άνδρες και γυναίκες, με λαβή από τις παλάμες στο ύψος των ώμων, αφού χορέψουν έναν κύκλο χωρίζονται σε δύο ομάδες (ανδρών και γυναικών), η μια απέναντι από την άλλη, φροντίζοντας να βρεθούν αντικριστά οι χορευτές που θα αποτελέσουν ζευγάρι. Στη συνέχεια κάθε άνδρας πλησιάζει το ταίρι του.
Από εκεί κι έπειτα αναπτύσσεται μεταξύ των χορευτών του κάθε ζευγαριού ένας χορευτικός διάλογος, γεμάτος συμβολισμούς, με τα ζευγάρια αρχικά σε παράλληλη διάταξη και κατόπιν σε ελεύθερη. Ένα καλό ζευγάρι χορευτών μπορεί να εκφράσει στη σούστα το χρονικό μιας ερωτικής ιστορίας, από τη στιγμή της γνωριμίας μέχρι την ώρα του γάμου.
Τα βασικά βήματα του χορού, που μοιάζουν με πηδηματάκια και κάνουν τα σώματα των χορευτών σαν να ωθούνται από κάποιο ελατήριο, πιστεύω ότι ίσως να ήταν ο λόγος που ο χορός, κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, μετονομάστηκε σε σούστα από την ομώνυμη ιταλική  λέξη, που σημαίνει ελατήριο, έλασμα.
Θεωρώ, λοιπόν, πιθανόν οι Βενετοί να έδωσαν την ονομασία αυτή, από τη στιγμή που άρχισαν να χορεύουν τον αντικριστό ερωτιάρικο χορό των Κρητών, αφού από τον Αντρέα Κορνάρο, ιστορικό της εποχής (τέλη 16ου αιώνα), πληροφορούμαστε πως στις γιορτές και στις δεξιώσεις που δίδονταν στο παλάτι του δούκα, στο Χάνδακα, χορεύονταν εκτός από τους ιταλικούς και οι κρητικοί χοροί, που άρεσαν πολύ στους Βενετούς αξιωματούχους και στις κυρίες τους. Μπορεί, βέβαια, και να διαμορφώθηκε τότε ο χορός, μετασχηματίζοντας έναν παλαιότερο.
 Από το www.tsouchlarakis.com


Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Νότες της Λύρας

Τα μέρη της Λύρας